17 Οκτ 2008

Η πείνα σήμερα


...Εχουν περάσει περίπου 30 χρόνια από τότε που ο Νιλ Γιανγκ «έκαψε τις πιστωτικές του κάρτες για καύσιμο», αλλά κανείς τότε δεν φανταζόταν ότι σήμερα θα καίγαμε τα τρόφιμα του αναπτυσσόμενου κόσμου για τον ίδιο λόγο.

Τη στιγμή που όλα τα ΜΜΕ μας θεωρούν τουλάχιστον μεγαλομετόχους και μάς ανακοινώνουν δυσθεώρητα ποσά που έπεσαν στο βωμό του άπληστου πλουτισμού και όσοι ζούμε στον αναπτυγμένο κόσμο κινδυνεύουμε από ασθένειες που σχετίζονται με τη διατροφή ή μάλλον την παχυσαρκία, όπως είναι οι καρδιοπάθειες, το μόνο που μπορείς να σκεφτείς είναι και ποιον ενδιαφέρει που ο ένας στους τέσσερις κατοίκους αυτού του πλανήτη, 1,7 δισεκατομμύριο άνθρωποι, στερούνται βασικών διατροφικών ειδών, ενώ περίπου 950 εκατομμύρια άνθρωποι κοιμούνται νηστικοί... Το πρόβλημα όμως της διατροφής που αναμένεται να μας απασχολήσει σοβαρά στα επόμενα χρόνια, όπως εκτιμούν οι διεθνείς οργανισμοί και όχι ευκαιριακά λόγω ακόμη μιας παγκόσμιας ημέρας, δεν είναι καθόλου λυμένο και στις βιομηχανικές χώρες στις οποίες αντιστοιχεί μια Ελλάδα πεινασμένων: λίγο πάνω από δέκα εκατομμύρια. Διαφορετικά πού θα διέθεταν τα «απαλλοτριωμένα» τους αγαθά οι «Ρομπέν των σουπερμάρκετ»...

Χρόνια ασιτία

Η χρόνια πείνα που πλήττει εκατομμύρια ανθρώπους δεν είναι μόνο επίμονη αλλά και διαδεδομένη:

* Στην υποσαχάρια Αφρική βρίσκεται το 13% του πληθυσμού στον αναπτυσσόμενο κόσμο και το 25% των υποσιτιζόμενων ανθρώπων. Είναι η αναπτυσσόμενη περιοχή με τη μεγαλύτερη αναλογία των ανθρώπων που υποφέρουν από χρόνια πείνα: ο ένας στους τρεις. Σε 14 χώρες της περιοχής, πάνω από το 35% του πληθυσμού υποφέρει από χρόνια πείνα. Την τελευταία δεκαετία τα πράγματα έχουν χειροτερέψει. Ενδεικτικά στο Κονγκό ο αριθμός των υποσιτιζόμενων τριπλασιάστηκε: από 12 εκατομμύρια στις αρχές του '90, σε 36 εκατομμύρια το 2003.

* Στην περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού ωκεανού κατοικεί το 68% του πληθυσμού του αναπτυσσόμενου κόσμου και το 64% των ανθρώπων που υποσιτίζονται. Εδώ βρίσκεται και η Ινδία, με το μεγαλύτερο αριθμό υποσιτιζόμενων ανθρώπων στον κόσμο: πάνω από 210 εκατομμύρια ανθρώπους.

Η πείνα ήδη υπονομεύει και το μέλλον των πιο φτωχών χωρών: για παράδειγμα, στη Σιέρα Λεόνε -τελευταία στην κατάταξη των 177 χωρών του δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης του ΟΗΕ- 46 εκατομμύρια άνθρωποι ή ο μισός πληθυσμός της θεωρείται υποσιτισμένος. Το 86% των παιδιών κάτω των 5 ετών πάσχουν από αναιμία, εξαιτίας της κακής διατροφής, ενώ πάνω από το ένα τέταρτο των νεογέννητων δεν επιβιώνουν μέχρι τα πέντε τους χρόνια.

Πρόσφυγες

Το διατροφικό πρόβλημα έχει ήδη προκαλέσει τους «πρόσφυγες της πείνας», φτωχούς ανθρώπους, κυρίως γυναίκες, που φεύγουν από τους τόπους τους σε αναζήτηση τροφής, ενώ εκτιμάται ότι η κρίση θα συνεχιστεί καθώς είναι πολλοί οι παράγοντες που το υποδαυλίζουν: η αύξηση στις τιμές των τροφίμων, η αυξανόμενη χρήση των αγροτικών προϊόντων για βιοκαύσιμα, που σπρώχνει τους φτωχότερους του πλανήτη στον υποσιτισμό προκειμένου οι πλέον εύποροι να καίνε την τροφή τους για να κινούν τα οχήματά τους, οι ακριβότερες μεταφορές και φυσικά η περιβαλλοντική επιδείνωση που καθιστά υπογόνιμες αρκετές περιοχές.

Σύμφωνα με έρευνα της Action Aid (Bread and Butter solutions), την οποία δημοσιοποίησε πριν από λίγες μέρες, το 70% των υποσιτιζόμενων ανθρώπων του κόσμου ζουν σε 13 χώρες και λαμβάνουν μόλις το 40% της βοήθειας για τη γεωργία. Κι εδώ ξεκινούν οι ευθύνες, ή μάλλον η αναλγησία των κοινωνών της ευμάρειας, καθώς:

* Η παγκόσμια βοήθεια για αγροτική ανάπτυξη στις φτωχότερες χώρες έχει μειωθεί σημαντικά την τελευταία 20ετία (1982-2002): κατά 85% οι πολυμερείς χορηγίες, κατά 40% οι διμερείς, από το 17% στο 3% η διεθνής αναπτυξιακή βοήθεια και από το 25% στο 6% η ευρωπαϊκή βοήθεια. Στην Αφρική η μείωση της βοήθειας για τη γεωργία μειώθηκε πάνω από 80% την τελευταία 25ετία.

* Οι πλούσιες χώρες κατευθύνουν τη βοήθειά τους ανάλογα με τα συμφέροντά τους και όχι τις ανάγκες των φτωχών χωρών, κερδίζοντας από τις τιμές στα γεωργικά προϊόντα. Στην καρδιά άλλωστε της επισιτιστικής κρίσης βρίσκονται οι στρατηγικές των πλούσιων χωρών με τις οποίες κατορθώνουν να πωλούν φτηνά στις ξένες αγορές τα προϊόντα τους (ντάμπινγκ), αλλά και το σύστημα επιδοτήσεων των παραγωγών τους που ουσιαστικά εξοστρακίζει τις παραγωγικές προσπάθειες των αναπτυσσόμενων χωρών, εξαναγκάζοντάς τες να εξαρτώνται από τις εισαγωγές τροφίμων αντί να ενθαρρύνεται η εγχώρια παραγωγή.

Κέρδη

* Την ίδια στιγμή που οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές πετυχαίνουν ασύστολα κέρδη από τις τιμές των αγροτικών προϊόντων, οι παραγωγοί και καταναλωτές του Τρίτου Κόσμου εξαθλιώνονται. Με την εξαίρεση των Αργεντινής, Βραζιλίας και Ταϊλάνδης, το ισοζύγιο του αγροτικού εμπορίου στις αναπτυσσόμενες χώρες έχει καταρρεύσει: από το πλεόνασμα της τάξης των 4,8 δισ. δολαρίων το 1970 έφτασε στο έλλειμμα της τάξης των 49 δισ. δολαρίων το 2004. Συνακόλουθα το εμπόριο τροφίμων σε αυτές τις χώρες έπεσε το ίδιο διάστημα από το πλεόνασμα των 2,4 δισ.δολαρίων στο έλλειμμα των 28,7 δισ. δολαρίων το 2004.

* Η Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ε.Ε. πλήττει και με άλλους τρόπους τις φτωχές χώρες: τη χρήση γης για την παραγωγή βιοκαυσίμων αντί για τρόφιμα. Η επιμονή για αύξηση των βιοκαυσίμων στο 10% μέχρι το 2020 θα επιφέρει τη μετατροπή του 2,5% της παγκόσμιας παραγωγής δημητριακών και του 19% του φυτικού λαδιού με αντίστοιχη αύξηση της τιμής τους κατά 4% και 24%. Καθώς στον αναπτυσσόμενο κόσμο τα τρόφιμα κοστίζουν ακόμη και το 70-80% του εισοδήματος των αγροτικών νοικοκυριών, οι αυξήσεις στις τιμές που θα προκαλέσουν οι επιδοτούμενες αλλαγές στη γη και τις καλλιέργειες αντιπροσωπεύουν μια σοβαρή απειλή στο δικαίωμα για τροφή εκατομμυρίων φτωχών του κόσμου. Δεν είναι καθόλου τυχαίο άλλωστε ότι και η ίδια η επιτροπή τροφίμων του ΟΗΕ, την ίδρυση της οποίας γιορτάζουμε σήμερα, ζήτησε στις αρχές Οκτωβρίου από την Ε.Ε. να αλλάξει τη θέση της για αυξήσεις στην παραγωγή βιοκαυσίμων, επειδή έχουν συμβάλει στην αύξηση των τιμών στα τρόφιμα και συνακόλουθα της πείνας στις φτωχές χώρες. Οι επιδοτήσεις στην παραγωγή βιοκαυσίμων τις έχει καταστήσει επικερδέστερες για τους φτωχούς αγρότες, μετατόπιση που έχει οδηγήσει στην παγκόσμια έλλειψη τροφίμων.

* «Καύσιμο για την κρίση στα τρόφιμα» και όχι λύση θεωρείται και η παραγωγή μεταλλαγμένων: Για παράδειγμα στην Παραγουάη η καλλιέργεια γενετικά τροποποιημένης σόγιας καλύπτει σήμερα περισσότερο από το μισό των καλλιεργούμενων εκτάσεων, με αποτέλεσμα περίπου 100.000 μικροί ακτήμονες να έχουν εκδιωχθεί από τη γη τους. Οσο επεκτείνεται η καλλιέργεια γενετικά τροποποιημένης σόγιας το ποσοστό του πληθυσμού που ζει στη φτώχεια έχει αυξηθεί από 33,9% το 2000 σε 39,2% το 2005. *

Δεν υπάρχουν σχόλια: