31 Δεκ 2007

Περισσότεροι από 1.000.000 μετανάστες διαβιούν στην Ελλάδα










Σε 481.501 ανέρχονται οι άδειες παραμονής μεταναστών στα μέσα Οκτωβρίου σύμφωνα με στοιχεία του υπ. Εσωτερικών που δώθηκαν στη δημοσιότητα με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα του Μετανάστη. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με εκτιμήσεις ο αριθμός των μεταναστών που διαβιούν στη χώρα μας αφορά 1.000.000 - 1.070.000 ανθρώπους. Με την πρώτη διαδικασία νομιμοποίησης το 1998 είχαν αποκτήσει χαρτιά 370.000 μετανάστες και με τη δεύτερη το 2001 είχαν νομιμοποιηθεί 350.000 μετανάστες.

Οι διαφορές στον αριθμό νομιμοποίησης μεταναστών (με χαρακτηριστική την μείωση του αριθμού τους το 2001) σχετίζονται με τις νομοθετικές ρυθμίσεις, οι οποίες είχαν αναγκάσει ομάδες μεταναστών που ήταν νόμιμοι με τη μια διαδικασία να επιστρέψουν στην παρανομία με την επόμενη και είχαν επιστρέψει σε νέες ομάδες μεταναστών να νομιμοποιηθούν. Με το νομοθετικό πλαίσιο του 2005 και το διορθωτικό αυτού το 2007 έχουν γίνει σοβαρές προσπάθειες να σταματήσει αυτή η κατάσταση. Η επώδυνη, όμως, σύνδεση των αδειών παραμονής με τα ένσημα έχει οδηγήσει πολλούς πρώην μετανάστες από χώρες της πρώην Ανατολικής Ευρώπης (κυρίως Πολωνούς) να εγκαταλείψουν τη χώρα μας και να προτιμήσουν άλλα ευρωπαϊκά κράτη, καθώς η ένταξη στην ΕΕ διεύρυνε τις δυνατότητές εύρεσης εργασίας υπό καλύτερες συνθήκες σε άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι σύμφωνα με τον Δείκτη Πολιτικής Ένταξης Μεταναστών (που δημιουργήθηκε το 2004 από την ΕΕ) η ελληνική αγορά εργασίας χαρακτηρίζεται επισφαλής για τους μετανάστες.

Έτσι, σήμερα το 63% των μεταναστών προέρχεται από τη γειτονική μας Αλβανία με 303.225 νόμιμες άδειες παραμονής, ενώ σε πολύ μικρότερα νούμερα εμφανίζονται οι άδειες από Βουλγαρία (27.182), Ουκρανία (19.005), Ρουμανία (15.884), Γεωργία (12.990), Πακιστάν (12.126), Ρωσία (10.704) και Αίγυπτος (10.356). Το σταδιακό άνοιγμα της ευρωπαϊκής αγοράς εργασίας για τους προερχόμενους από Βουλγαρία και Ρουμανία (που έγιναν κράτη-μέλη το 2007) αναμένεται να προκαλέσει σταδιακά και νέες απώλειες μεταξύ των προερχομένων από χώρες της πρώην ανατολική Ευρώπη, ενώ η συνεχής εισροή μεταναστών από την Ασία και την υποσαχάρια Αφρική θα αυξήσει την παρουσία των δεύτερων στην παράνομη αγορά εργασίας, καθώς είναι αδύνατον υπό τις παρούσες συνθήκες να νομιμοποιηθούν.

Τη συντριπτική πλειοψηφία των μεταναστών αποτελούν νέοι άνθρωποι μεταξύ 19-40 ετών. Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπ. Εσωτερικών αποτελούν το 56% (268.324) των νομίμων μεταναστών, ενώ το 17% είναι παιδιά δεύτερης γενιάς ηλικίας 0-18 ετών (80.860). Σε ό,τι αφορά την εκπαίδευση των νομίμων μεταναστών, σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου Μεταναστευτικής Πολιτικής το 59,3% είναι απόφοιτοι δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, το 13,4% απόφοιτοι ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, το 16,2% είναι απόφοιτοι δημοτικού και το 9,2% δεν έχει ολοκληρώσει τη φοίτησή του στο δημοτικό ή είναι αναλφάβητοι. Το ποσοστό των τελευταίων είναι πολύ υψηλότερο μεταξύ των μεταναστών χωρίς νόμιμα χαρτιά.

Το 1998 κάποιοι μετανάστες (στη συντριπτική τους πλειοψηφία Αλβανοί) άρχισαν να αγοράζουν κατοικία και σήμερα το 5% των μεταναστών έχει ιδιόκτητη κατοικία. Σύμφωνα με στοιχεία της Έρευνας Οικογενειακού Προϋπολογισμού 2004/2005 που επεξεργάσθηκε το Ινστιτούτο Μεταναστευτικής Πολιτικής, το 85% των κατοικιών των μεταναστών έχει κατασκευασθεί πριν από το 1980. Οι μετανάστες επιλέγουν σπίτια δυο και τριών δωματίων σε ποσοστό 50% και 24% αντίστοιχα, ενώ το 13,7% διαμένει σε κατοικίες με ένα δωμάτιο.

Το μέσο εισόδημα των νοικοκυριών των μεταναστών ανέρχεται σε 1550 ευρώ και είναι κατά 28% χαμηλότερο από το αντίστοιχο των ελληνικών νοικοκυριών. Τα ? του εισοδήματος των νοικοκυριών τους προέρχεται από μισθούς και ημερομίσθια. Δαπανούν το 20,5% του εισοδήματός τους για είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά, το 19,6% για στέγαση, ύδρευση, καύσιμα, φωτισμό και το 10,6% για μεταφορές.

Το 32% των νομίμων μεταναστών απασχολείται στις κατασκευές, το 20,5% είναι γυναίκες που απασχολούνται ως οικιακό προσωπικό, το 12,8% απασχολείται στις μεταποιητικές βιομηχανίες, το 11,6% στο εμπόριο και τις επισκευές, το 8,2% σε ξενοδοχεία και εστιατόρια, το 6% σε γεωργία και κτηνοτροφία κ.α.. Οι ανασφάλιστοι μετανάστες εκτιμάται ότι αποτελούν το 13% τουλάχιστον του μεταναστευτικού πληθυσμού. Το αντίστοιχο ποσοστό για τους ημεδαπούς εκτιμάται στο 4% του εργατικού δυναμικού.

Πάντως, σύμφωνα με ανάλυση που εκδόθηκε πριν από λίγες ημέρες από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Κοινωνικής Πολιτικής και Έρευνας και βασίσθηκε σε στοιχεία της μεγάλης Ευρωπαϊκής Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης (SILC - 2004) η Ελλάδα παρουσιάζει από τα μικρότερα χάσματα μεταξύ ενδεών Ελλήνων και μεταναστών. Συγκεκριμένα, το ποσοστό των Ελλήνων που ζει στα όρια της φτώχειας ορίζεται στο 22% και το ποσοστό των μεταναστών που ζει στα όρια της φτώχειας ορίζεται στο 33%. Το χάσμα είναι πολύ μεγαλύτερο σε κράτη όπως το Βέλγιο, όπου 19,5% των Βέλγων ζει στα όρια της φτώχειας έναντι 60% (!) για τους μετανάστες, στο Λουξεμβούργο όπου 18% των Βέλγων ζει στα όρια της φτώχειας έναντι 49% για τους μετανάστες και στη Γαλλία όπου το 19% των Γάλλων ζει στα όρια της φτώχειας έναντι 49% για τους μετανάστες. Τα μικρότερα ποσοστά συναντώνται στη Δανία όπου το 4% του ημεδαπού πληθυσμού ζει στα όρια της φτώχειας έναντι 18% για τους μετανάστες.

Δεν υπάρχουν σχόλια: